Greek Meaning of going to bat for

Υπερασπίζομαι

Other Greek words related to Υπερασπίζομαι

Definitions and Meaning of going to bat for in English

going to bat for

to move on a course

FAQs About the word going to bat for

Υπερασπίζομαι

to move on a course

υπεράσπιση,επικύρωση,να μπαίνει για,υπερασπίζεται,υποστηρίζων,υιοθεσία,βοήθεια,υποστήριξη,υπερασπιστής,Αγκαλιάζει

απορίας άξιο,απογοητευτικός,παρεμβατικός,αντίθετος,ματαιώνοντας,απογοητευτικός,αποτυχημένος,απορρόφηση,απογοητεύω,σαμποτάροντας

going through => περνάω από, going public (with) => Εισαγωγή στο χρηματιστήριο (με), going over => επανεξέταση, going out => βγαίνω έξω, going one better => Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα,