Greek Meaning of siding (with)

Πλαγιοκάλυψη (με)

Other Greek words related to Πλαγιοκάλυψη (με)

Definitions and Meaning of siding (with) in English

siding (with)

to agree with or support the opinions or actions of (someone)

FAQs About the word siding (with)

Πλαγιοκάλυψη (με)

to agree with or support the opinions or actions of (someone)

υποκίνηση,υιοθεσία,βοήθεια,βοήθεια,στή­ριξη (προς τα πάνω),δευτερολογία,υπεράσπιση,υποστήριξη,απελευθέρωση,ενίσχυση

απογοητευτικός,παρεμβατικός,αντίθετος,ματαιώνοντας,απορίας άξιο,εγκατάλειψη,απογοητευτικός,αποτυχημένος,απογοητεύω,σαμποτάροντας

sidewinders => πύραυλοι Sidewinder, sideswiping => πλάγια σύγκρουση, sideswiped => γδαρσίματα, sidesteps => παρακάμπτει, sidestepping => παρακάμπτοντας,