Greek Meaning of sign off (on)

Υπογράψτε (σε)

Other Greek words related to Υπογράψτε (σε)

Definitions and Meaning of sign off (on) in English

sign off (on)

No definition found for this word.

FAQs About the word sign off (on)

Υπογράψτε (σε)

ευλογία,ενεργοποιήστε,αρχικός,άδεια,αγιάζω,Σημάδι,αποδέχομαι,αναγνωρίζω,επιτρέψω,αγιοποιώ

πτώση,αρνούμαι,απαγορεύω,αποδοκιμάζω,αρνητικός,απαγορεύω,απορρίπτω,απορρίπτω,βέτο,απαγόρευση

sign (up or on) => Εγγραφή (πάνω ή εμπρός), sightseers => Τουρίστες, sight(s) => θέα(θέες), sighing (for) => αναστενάζοντας (για), sighed (for) => αναστενάζω (για),