Greek Meaning of pulling away

απομακρύνεται

Other Greek words related to απομακρύνεται

Definitions and Meaning of pulling away in English

pulling away

to move off or ahead, to draw oneself back or away

FAQs About the word pulling away

απομακρύνεται

to move off or ahead, to draw oneself back or away

οπισθοχώρηση,υποχωρώντας,Κατέβασμα,αποσπώντας,αποσύνδεσης,ξεμπέρδεμα,υποτροπή,φυγόδικος,συσπαστικός,ιπτάμενος

αναιδής,θηλασμός,αντιπαράθεση,Τολμηρός,αψηφώντας,απέναντι,προελαύνοντας,πλησιάζει,ξεπερνώντας

pulling a face => σφίγγω το πρόσωπό μου, pulling (up) => έλκω (προς τα πάνω), pullers => βέργες, pulled up stakes => σήκωσε τα πασαλάκια, pulled together => συμπτυγμένος,