Greek Meaning of poked (around)
έκοψε (γύρω)
Other Greek words related to έκοψε (γύρω)
- ανιχνευμένο
- βρέθηκε
- ελέγχθηκε (έξω)
- ξετρυπώνω
- ανακάλυψε
- κοίταξε (πάνω από)
- λασπωμένος
- έτρεξε κάτω
- εντοπισμένο (κάτω)
- διαπιστώθηκε
- ελεγμένο
- αποφασισμένος
- Ανακαλύφθηκε
- εξετασθεί
- εξερευνηθεί
- πήρα
- επιθεωρήθηκε
- εξετάστηκε
- μαθημένος
- τοποθετημένος
- Σαρωμένο
- εξετάστηκε
- κυνηγημένος (μέσα από)
- κοίταξε
- Χαϊδεύτηκε
- εξετάστηκε
- αναμενόμενος
- εξεταστείσα
- φοβισμένος
- δόνηση
- εξετασμένος
- περιηγήθηκα
- χτενισμένο
- περιγράφεται
- εκβαθυσμένος
- ερευνήθηκε
- μελετήθηκαν
- Σκαλισμένο
- λεηλατημένο
- αυλακωμένο
- ψάχνω
- καθαρισμένο
- searched
- Σφοδρές μάχες
- μελετήθηκε
- τρολαρίστηκε
- σκάφτηκε (μέσα από)
- ρίχνω μια ματιά
- ταξινομημένο (μέσω)
Nearest Words of poked (around)
Definitions and Meaning of poked (around) in English
poked (around)
to look around or search through something
FAQs About the word poked (around)
έκοψε (γύρω)
to look around or search through something
ανιχνευμένο,βρέθηκε,ελέγχθηκε (έξω),ξετρυπώνω,ανακάλυψε,κοίταξε (πάνω από),λασπωμένος,έτρεξε κάτω,εντοπισμένο (κάτω),διαπιστώθηκε
εγκαταλελειμμένος,χαμένος,Κρυμμένος,παραμελημένος
poke fun at => Κάνω πλάκα, poke (around) => poke (around), poisons => Δηλητήρια, poises => ποάζ, pointy => μυτερός,