Greek Meaning of hunted (through)

κυνηγημένος (μέσα από)

Other Greek words related to κυνηγημένος (μέσα από)

Definitions and Meaning of hunted (through) in English

hunted (through)

No definition found for this word.

FAQs About the word hunted (through)

κυνηγημένος (μέσα από)

σκάφτηκε (μέσα από),βρέθηκε,Σαρωμένο,searched,ταξινομημένο (μέσω),ελέγχθηκε (έξω),χτενισμένο,εκβαθυσμένος,εξετασθεί,εξερευνηθεί

εγκαταλελειμμένος,χαμένος,Κρυμμένος,παραμελημένος

hunted (down or up) => κυνηγημένος, hunt (through) => ψάχνω (μέσα), hunt (down or up) => Κυνήγι (παρακολούθηση ή εντόπιση), hunkering (down) => Καθισμένη, hunkered (down) => καμπούρης (κάτω),