Greek Meaning of located
τοποθετημένος
Other Greek words related to τοποθετημένος
- Ανακαλύφθηκε
- βρέθηκε
- μαθημένος
- διαπιστώθηκε
- ανιχνευμένο
- αποφασισμένος
- εκθαλαμμένο (προς τα πάνω)
- ανασκαμμένο
- ανασκαμμένο
- ανακάλυψε
- πήρα
- έτρεξε κάτω
- ριζωμένος
- δρομολογημένο (έξω)
- εντοπισμένο (κάτω)
- ανέβηκε
- περιγράφεται
- αντίκρισα
- ξετρυπώνω
- κυνηγημένος
- έψαχνε
- Νίκησε οριακά
- ψάχνω
- φοβισμένος
- ανιχνευμένος (πάνω)
- αναζητηθείς
- τυφλός
- sought
- Στιγμένος
Nearest Words of located
Definitions and Meaning of located in English
located (s)
situated in a particular spot or position
located (imp. & p. p.)
of Locate
FAQs About the word located
τοποθετημένος
situated in a particular spot or positionof Locate
Ανακαλύφθηκε,βρέθηκε,μαθημένος,διαπιστώθηκε,ανιχνευμένο,αποφασισμένος,εκθαλαμμένο (προς τα πάνω),ανασκαμμένο,ανασκαμμένο,ανακάλυψε
χαμένος,έχασε,παραβλεπόμενος,παρέλειψε,τυχαίνω,εκτοπισμένο,Λάθος ρύθμιση,παράβαση
locate => εντοπίζω, locao => τρελός, locally => τοπικά, localizing => εντοπισμός, localized => τοπικοποιημένο,