Greek Meaning of niggled (out)
γκρίνιασε (έξω)
Other Greek words related to γκρίνιασε (έξω)
- διοικείται
- εκχωρημένος
- κατανεμημένο
- εκχωρηθείς
- διανεμηθεί
- διανεμήθηκε
- διανεμημένος
- διαιρεμένος
- διένεμε
- διανεμήθηκε
- μετρημένο (έξω)
- μετρημένος (έξω)
- κατανεμημένος
- κατατμημένος (έξω)
- αναλογικός
- μοιράστηκε (έξω)
- διαχωρίζω
- μετρημένος
- διατεθεί
- επιτρεπόμενο
- δεσμευμένο
- διανεμημένο
- διαιρεμένα (σε μέρη)
- έβγαλε (με το κουτάλι)
- επιπλωμένος
- εκδόθηκε
- χωρισμένοι
- μερίδες
- αναλογικός
- προσφέρονται
- δελτιωμένο
- ανακατανεμηθεί
- σετ
- κοινός
- δοθείς
- απονεμημένος
- εκταμιεύονταν
- ταξινομημένα
Nearest Words of niggled (out)
Definitions and Meaning of niggled (out) in English
niggled (out)
No definition found for this word.
FAQs About the word niggled (out)
γκρίνιασε (έξω)
στερημένος (από),αρνήθηκε,αρνηθεί,απαγορεύεται,τσιμπημένο,απορριφθείς,απορριπτόμενος,φειδωλός,τσιγκούνης,κατεχόμενος
διοικείται,εκχωρημένος,κατανεμημένο,εκχωρηθείς,διανεμηθεί,διανεμήθηκε,διανεμημένος,διαιρεμένος,διένεμε,διανεμήθηκε
niggle (out) => βρω (ένα μικρό πρόβλημα), nifties => nintendos, niduses => φωλιές, nicks (at) => εγκοπές (στο), nicks => χαραγές,