Greek Meaning of narrowed (down)

Στενεμένο (προς τα κάτω)

Other Greek words related to Στενεμένο (προς τα κάτω)

Definitions and Meaning of narrowed (down) in English

narrowed (down)

No definition found for this word.

FAQs About the word narrowed (down)

Στενεμένο (προς τα κάτω)

συμπιεσμένος,Συμπυκνωμένο,συμπιεσμένο,βρασμένος,κατέρρευσε,συμπυκνωμένο,ενοποιημένο,στενός,στενεμένος,συμφωνημένο

διασκορπισμένος,επεκταθεί,ανοιχτός,απλωμένο,διασκορπισμένο,αποσυμπιεσμένο,διασταλμένος,διασκορπισμένος,φουσκωμένο,απλωμένος

narrow boats => Στενά σκάφη, narrow (down) => στενεύω (προς τα κάτω), narratives => αφηγήσεις, narrations => Αφηγήσεις, narks => μάρτυρες,