Greek Meaning of simplified
Απλοποιημένο
Other Greek words related to Απλοποιημένο
- μπαρόκ
- σύνθετος
- περιπλέκω
- περίπλοκος
- περίπλοκος
- περίτεχνος
- σύνθετο
- εμπλεκόμενος
- εκλεπτυσμένος
- μπερδεμένος
- βυζαντινός
- σύνθετος
- ετερογενής
- εξελιγμένη
- κουτουρού
- λαβυρινθώδης
- λαβυρινθώδης
- μικτός
- Πολυπρόσωπος
- ποικίλω
- σύνθετο
- επιδέξιος
- Διακλαδισμένος
- πολυποίκιλος
- Πολυμερής
- Υπερβολικά περίπλοκο
- υπερβολικά περίπλοκο
Nearest Words of simplified
Definitions and Meaning of simplified in English
simplified (imp. & p. p.)
of Simplify
FAQs About the word simplified
Απλοποιημένο
of Simplify
Υπεραπλουστευμένο,απλοϊκός,απλός,Ομοιογενής,όχι σύνθετο,απλό,απλός,απλός,στολή,αμετάβλητος
μπαρόκ ,σύνθετος,περιπλέκω,περίπλοκος,περίπλοκος,περίτεχνος,σύνθετο,εμπλεκόμενος,εκλεπτυσμένος,μπερδεμένος
simplification => Απλούστευση, simplicity => Απλότητα, simplician => απλός, simplex => απλους, simpless => απλός,