Greek Meaning of made off
σβηστό
Other Greek words related to σβηστό
Nearest Words of made off
- made much of => έκανε πολύ
- made it (through) => τα κατάφερε (μέσα από)
- made good on => πραγματοποίησε
- made good for => έκανε καλό για
- made good => κατόρθωσε
- made game of => έκανε παιχνίδι
- made fun of => κορόιδεψε
- made faces => έκανε μούτρα
- made eyes (at) => Έκανε ματάκια (σε)
- made ends meet => Τα βγάζω πέρα
- made off with => έφυγε με
- made one's flesh crawl => έκανε το κρέας του να συρθεί
- made one's flesh creep => Μου προκάλεσε ανατριχίλες
- made out => φτιαγμένος
- made over => ξαναφτιαγμένο
- made sail => έβαλαν πανιά
- made shift => πρόχειρος
- made sport of => κοροϊδεύω
- made tracks => έφτιαξε πίστες
- made up => επινοημένος
Definitions and Meaning of made off in English
made off
to leave in haste, grab, steal, to take away
FAQs About the word made off
σβηστό
to leave in haste, grab, steal, to take away
καθάρισε,δραπέτευσε,έφυγε (δραπέτευσε),βγήκε έξω,παράτησε,διέφυγε,τρελός,απέδρασαν,δραπετεύω,έφυγε
γένιος,τόλμησε,αντιμέτωπος,τόλμησε,αψήφησε,αντιμέτωπος,παρέμεινε,κατοικούσε,Γυρνούσε,έμεινε
made much of => έκανε πολύ, made it (through) => τα κατάφερε (μέσα από), made good on => πραγματοποίησε, made good for => έκανε καλό για, made good => κατόρθωσε,