Greek Meaning of immixing

ανάμειξη

Other Greek words related to ανάμειξη

Definitions and Meaning of immixing in English

immixing

to mix in

FAQs About the word immixing

ανάμειξη

to mix in

συνενώνοντας,ανάμιξη,συνδυάζοντας,ολοκληρώνοντας,συγχώνευση,ανάμειξη,προσθήκη,Τήξη,ενσωματώνοντας,συγχώνευση<br>

διαιρών,διαχωρίζοντας,αναλύοντας,χωρίζοντας,σχίσιμο,διαχωρισμός,διασπείρω,διαλυτικός,διαχωριστικός,διαζύγιο

immingling => ανάμεικτος, immingled => αναμεμειγμένο, immigrants => μετανάστες, immersions => καταδύσεις, immaculacy => αγνότητα,