Greek Meaning of impactful

Επιδραστικό

Other Greek words related to Επιδραστικό

Definitions and Meaning of impactful in English

impactful

having a forceful impact

FAQs About the word impactful

Επιδραστικό

having a forceful impact

συναισθηματικός,συναρπαστικός,εντυπωσιακός,επηρεάζοντας,δραματικός,εύγλωττος,διεγέρσιμος,εκφραστικός,ενθαρρυντικός,ουσιαστικό

κρύος,κουλ,αποσπασμένος,αποστασιοποιημένος,ανέμπνευστος,αδιάφορος,ατάραχος,αναίσθητος,Ανέγγιχτος

immunizing => απανόρθωσα, immovables => ακίνητα, immortals => αθάνατοι, immoralist => ανηθικολόγος, immobilized => ακινητοποιημένος,