Greek Meaning of ignobility
αναξιότητα
Other Greek words related to αναξιότητα
Nearest Words of ignobility
- ignivomous => Φλογερός
- ignitor => αναπτήρας
- ignition system => Σύστημα ανάφλεξης
- ignition switch => Διακόπτης ανάφλεξης
- ignition lock => Κλειδαριά ανάφλεξης
- ignition key => κλειδί ανάφλεξης
- ignition interlock => Κλείδωμα ανάφλεξης
- ignition coil => Πηνίο ανάφλεξης
- ignition => ανάφλεξη
- ignitible => Αναφλέξιμος
Definitions and Meaning of ignobility in English
ignobility (n)
the quality of being ignoble
ignobility (n.)
Ignobleness.
FAQs About the word ignobility
αναξιότητα
the quality of being ignobleIgnobleness.
κοινός,ταπεινός,κατώτερος,Χαμηλός,Κατακάθι της κοινωνίας,κατώτερη τάξη,ταπεινός,λαμόγια,πληβειακός,φτωχός
αριστοκρατικός,ζωηρός,ήπιος,Μεγάλος,μεγάλος, καταπληκτικός,υψηλός,υπέροχος,ευγενής,πατρίκιος,Ανώτερη τάξη
ignivomous => Φλογερός, ignitor => αναπτήρας, ignition system => Σύστημα ανάφλεξης, ignition switch => Διακόπτης ανάφλεξης, ignition lock => Κλειδαριά ανάφλεξης,