Greek Meaning of blue-blooded

γαλαζοαίματος

Other Greek words related to γαλαζοαίματος

Definitions and Meaning of blue-blooded in English

Wordnet

blue-blooded (s)

belonging to or characteristic of the nobility or aristocracy

FAQs About the word blue-blooded

γαλαζοαίματος

belonging to or characteristic of the nobility or aristocracy

αριστοκρατικός,ευγενής,ζωηρός,ήπιος,Μεγάλος,μεγάλος, καταπληκτικός,ΗγAnlage: ανήτης,πατρίκιος,βασιλικός,μεταξωτή κάλτσα

κοινός,ταπεινός,άτιμος,κατώτερος,Χαμηλός,κατώτερη τάξη,ταπεινός,μέση τιμή,πληβειακός,ταπεινής καταγωγής

blue-blindness => Τυφλότητα στο μπλε, blue-blind => τυφλός στο μπλε, blue-black => σκούρο μπλε, bluebird => Γαλαζοπαπαδίτσα, bluebill => Μπλε παπί,