Greek Meaning of icily

παγωμένα

Other Greek words related to παγωμένα

Definitions and Meaning of icily in English

Wordnet

icily (r)

in a cold and icy manner

Webster

icily (adv.)

In an icy manner; coldly.

FAQs About the word icily

παγωμένα

in a cold and icy mannerIn an icy manner; coldly.

χιλι,κρύος,κρύος,κουλ,κατάψυξη,κρύο,αρκτικός,πικρός,ζωηρός,παγωμένο

φλογερός,φλεγόμενος,βράζω,ψήσιμο στη σχάρα,καίγοντας,φλογερό,φλογερός,φλογερός,φωτεινό,θερμαινόμενο

icicled => παγωμένος, icicle plant => Φυτό πάγου, icicle => κρεμαστήρας, ichyostega => Ιχθυόστεγα, ichthyotomist => ιχθυοτόμος,