Greek Meaning of high-bred

ευγενής

Other Greek words related to ευγενής

Definitions and Meaning of high-bred in English

Webster

high-bred (a.)

Bred in high life; of pure blood.

FAQs About the word high-bred

ευγενής

Bred in high life; of pure blood.

αριστοκρατικός,ευγενής,γαλαζοαίματος,ζωηρός,ήπιος,Μεγάλος,μεγάλος, καταπληκτικός,ΗγAnlage: ανήτης,πατρίκιος,βασιλικός

κοινός,ταπεινός,άτιμος,κατώτερος,Χαμηλός,κατώτερη τάξη,ταπεινός,μέση τιμή,πληβειακός,ταπεινής καταγωγής

highboy => Υψηλός τύπος, highborn => ΗγAnlage: ανήτης, highboard => Υψηλό ντουλάπι, high-blown => υψηλοπρόσωπος, highbinder => δολοφόνος,