Greek Meaning of gyving

Αποφυγή

Other Greek words related to Αποφυγή

Definitions and Meaning of gyving in English

gyving

fetter, shackle

FAQs About the word gyving

Αποφυγή

fetter, shackle

υποχρεωτικός,δέσιμο,Περιορισμός,δέσιμο,συνδέω,αλυσοποίηση,περιοριστικός,περιοριστική,αλυσίδωση,δεσμευτικός

απελευθερωτικός,απελευθερωτικό,απελευθερωτικός,χαλαρός,Απελευθέρωση,διάσωση,απόδεση,ακύρωση,απελευθερωτικός,αποσπώντας

gyved => δεμένος, gyrations => περιστροφές, gypsying => Γυφτοσύνη, gynecologists => Γυναικολόγοι, gyms => γυμναστήρια,