Greek Meaning of pinioning
προσκόλληση
Other Greek words related to προσκόλληση
- υποχρεωτικός
- περιοριστικός
- δεσμευτικό
- εμποδίζοντας
- χειροπέδες
- δεσμώτης
- δέσιμο
- δέσιμο
- συνδέω
- αλυσοποίηση
- περιοριστική
- αλυσίδωση
- δεσμευτικός
- στερέωση
- Αποφυγή
- μαστίγωμα
- σύνδεση
- αλυσοδένοντας
- προστασία
- περιοριστικός
- Περιορισμός
- δοκός
- δάγκωμα
- κράσπεδο
- μπλεγμένος
- εμποδίζοντας
- Κούτσαινε
- δέσιμο χοίρων
- εμποδίζοντας
- σιδέρωμα
- ένταξη
- περιοριστικός
- περιοριστικός
- μπερδέματος
Nearest Words of pinioning
- pinioned => καθηλωμένος
- pinion and ring gear => Γρανάζι και στεφάνι
- pinion and crown wheel => Γρανάζι και στεφάνι άξονα
- pinion => γρανάζι
- piningly => λαχταριστά
- pining => πόθος
- pinicola enucleator => Στραβόραμφος ο κοκκινοφρύδης
- pinicola => Πυρροκόκκινος καρδινάλιος
- pinic => πικ-νικ
- pinhole => Τρύπα βελόνας
- pinionist => Οδοντωτός
- pinite => πινίτης
- pink => ροζ
- pink bollworm => Ροδόχρωμος σκουλήκι της κάψουλας του βαμβακιού
- pink calla => Ροζ κάλα
- pink cockatoo => Ροδόχρωμο κακατού
- pink disease => Ροζ νόσος
- pink disease fungus => Μύκητας της ροζ νόσου
- pink elephants => Ροζ ελέφαντες
- pink family => Ροδοειδή
Definitions and Meaning of pinioning in English
pinioning (p. pr. & vb. n.)
of Pinion
FAQs About the word pinioning
προσκόλληση
of Pinion
υποχρεωτικός,περιοριστικός,δεσμευτικό,εμποδίζοντας,χειροπέδες,δεσμώτης,δέσιμο,δέσιμο,συνδέω,αλυσοποίηση
απελευθερωτικός,απελευθερωτικό,απελευθερωτικός,χαλαρός,Απελευθέρωση,διάσωση,απόδεση,ξεκούμπωμα,απελευθερωτικός,απελευθέρωση
pinioned => καθηλωμένος, pinion and ring gear => Γρανάζι και στεφάνι, pinion and crown wheel => Γρανάζι και στεφάνι άξονα, pinion => γρανάζι, piningly => λαχταριστά,