Greek Meaning of gravitating

βαρυτικός

Other Greek words related to βαρυτικός

Definitions and Meaning of gravitating in English

Webster

gravitating (p. pr. & vb. n.)

of Gravitate

FAQs About the word gravitating

βαρυτικός

of Gravitate

επιλέγω,απολαμβάνοντας,ευνοϊκός,συμπάθεια,συγκομιδή,δείχνοντας,επιλογή,λήψη,φροντίζον,προτιμώντας

αποφυγή,αποστροφή,αποφυγή,αποτρόπαιος,μειούμενη,απόρριψη,δυσμενής,αηδία,αρνούμαι,Απορριπτικός

gravitated => βαρύνουν, gravitate => βαρύτητα, gravitas => βαρύτητα, graving tool => Εργαλείο χάραξης, graving dock => Ξηρή αποβάθρα,