Greek Meaning of fibered

ινώδης

Other Greek words related to ινώδης

Definitions and Meaning of fibered in English

Webster

fibered (a.)

Alt. of Fibred

FAQs About the word fibered

ινώδης

Alt. of Fibred

σπονδυλική στήλη,ανδρεία,σταθερότητα,Θάρρος,θάρρος,Αποφασιστικότητα,αντοχή,ανδρεία ,χαλίκι,γρανώδης

δειλία,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,αναποφασιστικότητα,Δειλ�α,Δειλία,δισταγμός,Δειλία,Ολιγοψυχία,δειλία

fiberboard => Ινοσανίδα, fiber optics => Οπτική ίνα, fiber optic cable => Καλώδιο οπτικών ινών, fiber bundle => Δέσμη ινών, fiber => ίνα,