Greek Meaning of sufferance
δυστυχία
Other Greek words related to δυστυχία
- εξουσιοδότηση
- συγκατάθεση
- Άδεια
- Πιστοποίηση
- επίδομα
- κάθαρση
- Ανταγωνισμός
- παραχώρηση
- πράσινο φως
- αφήνω
- άδεια
- άδεια
- άδεια
- κυρώσεις
- Υπογραφή
- ένταλμα
- αποδοχή
- αποδοχή
- συμφωνία
- συγκατάθεση
- Πιστοποίηση
- παραχώρηση
- επιχορήγηση
- Αυθέντευση
- ελευθερία
- εντάξει
- περάσει
- δίπλωμα ευρεσιτεχνίας
- φώκια
- Γραμματόσημο
- ανεκτικότητα
- ανοχή
Nearest Words of sufferance
Definitions and Meaning of sufferance in English
sufferance (n)
patient endurance especially of pain or distress
a disposition to tolerate or accept people or situations
FAQs About the word sufferance
δυστυχία
patient endurance especially of pain or distress, a disposition to tolerate or accept people or situations
εξουσιοδότηση,συγκατάθεση,Άδεια,Πιστοποίηση,επίδομα,κάθαρση,Ανταγωνισμός,παραχώρηση,πράσινο φως,αφήνω
άρνηση,Απαγόρευση,Απαγόρευση,άρνηση,απόρριψη,ανάκληση,εξαίρεση,απαγόρευση,απαγόρευση,καταστολή
sufferable => ανεκτός, suffer => υποφέρνω, suez canal => Διώρυγα του Σουέζ, suez => Σουέζ, suety => λιπαρός,