Greek Meaning of employer
Εργοδότης
Other Greek words related to Εργοδότης
- διαχειριστής
- Αφεντικό
- σκηνοθέτης
- εκτελεστικός
- γενικός
- κυβερνήτης
- διευθυντής
- διευθυντής
- Υπάλληλος καμπίνας
- Επόπτης
- Καπετάνιος
- αρχηγός
- διοικητής
- Εργοδηγός
- επιβλέπουσα
- Πρόεδρος χωριού
- πηδαλιούχος
- Αρχηγός (Archigos)
- ηγέτης
- εργοδηγός
- κύριος
- επιβλέπων
- Πρόεδρος
- Καπετάνιος
- κυρίαρχος
- επόπτης
- ανώτερος
- αφέντης
- αφεντικό
- βαρόνος
- Μεγάλο τυρί
- πυροβόλο
- μεγαλοπετσώτης
- τσάρος
- Τσαρίνα
- κουκλοθέατρο
- αρχιφωτίστας
- συμμορία
- κεφάλι
- Ιεράρχης
- ψηλότερα
- βασιλιάς
- αρχηγός
- μεγιστάνας
- μεγιστάνας
- Φεουδάρχης
- ΠΟτεντάτος
- πρίγκιπας
- πριγκίπησσα
- βασίλισσα
- Χάρακας
- Σημαιοφόρος
- Εργοδηγός
- Εργολαβο
- Κυρίαρχος σκύλος
- Τσάρος
- Τσαρίνα
- τσάρος
- τσαρίνα
- συνδιοικητής
- αφεντικό
- κυρίαρχος
- Top Gun
Nearest Words of employer
- employee-owned enterprise => Επιχείρηση που ανήκει σε εργαζόμενους
- employee-owned business => Επιχείρηση ιδιοκτησίας εργαζομένων
- employee turnover => Εναλλαγή υπαλλήλων
- employee stock ownership plan => Σχέδιο ιδιοκτησίας μετοχών εργαζομένων
- employee savings plan => Σχέδιο αποταμίευσης υπαλλήλων
- employee ownership => Ιδιοκτησία υπαλλήλων
- employee => υπάλληλος
- employed => εργαζόμενος
- employe => εργαζόμενος
- employable => εργοδοτήσιμος
- employing => απασχολούν
- employment => Απασχόληση
- employment agency => Γραφείο εργασίας
- employment agent => Γραφείο ευρέσεως εργασίας
- employment agreement => σύμβαση εργασίας
- employment contract => Σύμβαση εργασίας
- employment interview => Συνέντευξη για πρόσληψη
- employment office => Γραφείο Απασχόλησης
- emplumed => πτερωτός
- emplunge => βυθίζω
Definitions and Meaning of employer in English
employer (n)
a person or firm that employs workers
employer (n.)
One who employs another; as, an employer of workmen.
FAQs About the word employer
Εργοδότης
a person or firm that employs workersOne who employs another; as, an employer of workmen.
διαχειριστής,Αφεντικό,σκηνοθέτης,εκτελεστικός,γενικός,κυβερνήτης,διευθυντής,διευθυντής,Υπάλληλος καμπίνας,Επόπτης
No antonyms found.
employee-owned enterprise => Επιχείρηση που ανήκει σε εργαζόμενους, employee-owned business => Επιχείρηση ιδιοκτησίας εργαζομένων, employee turnover => Εναλλαγή υπαλλήλων, employee stock ownership plan => Σχέδιο ιδιοκτησίας μετοχών εργαζομένων, employee savings plan => Σχέδιο αποταμίευσης υπαλλήλων,