Greek Meaning of kingpin
αρχηγός
Other Greek words related to αρχηγός
- μεγάλος
- βαρύς
- Βαριά κατηγορία
- μεγιστάνας
- Τυcoon
- βαρόνος
- Μεγάλο τυρί
- πυροβόλο
- παίκτης του μεγάλου πρωταθλήματος
- μεγάλος τροχός
- Μπιγκφουτ
- μεγαλοπετσώτης
- τσάρος
- Βαρύ πυροβολικό
- Αρχηγός (Archigos)
- βασιλιάς
- Βασιλικός
- Λιοντάρι
- παίκτης των μεγάλων πρωταθλημάτων
- μεγιστάνας
- νάβαβος
- ναβάπ
- Κουμπί
- μποχά
- πρίγκιπας
- πριγκίπησσα
- βασίλισσα
- Τσάρος
- τροχός
- Μεγάλο αγόρι
- μεγάλος
- Πλούσιος καπιταλιστής
- καχούνα
- παράγοντες
- σκατά
- άκρες
- Μεγάλο κανόνι
- Μεγάλο κεφάλι
- τσάρος
- VIP
- Μεγαλοστέλεχος
- Μεγάλο αστέρι
- λάσπη
- πού-μπα
Nearest Words of kingpin
- king-post => βασιλική κολόνα
- king's bench => Βασιλικός θρόνος
- kings canyon national park => Εθνικό Πάρκο Kings Canyon
- king's counsel => βασιλικός δικηγόρος
- king's english => η αγγλική γλώσσα του βασιλιά
- king's evil => Σκροφούλα
- king's ransom => λύτρα βασιλιά
- king's spear => Δόρυ του βασιλιά
- kingship => βασιλεία
- king-size => βασιλικό μέγεθος
Definitions and Meaning of kingpin in English
kingpin (n)
the most important person in a group or undertaking
bolt that provides a steering joint in a motor vehicle
the front bowling pin in the triangular arrangement of ten pins
FAQs About the word kingpin
αρχηγός
the most important person in a group or undertaking, bolt that provides a steering joint in a motor vehicle, the front bowling pin in the triangular arrangement
μεγάλος,βαρύς,Βαριά κατηγορία,μεγιστάνας,Τυcoon,βαρόνος,Μεγάλο τυρί,πυροβόλο,παίκτης του μεγάλου πρωταθλήματος,μεγάλος τροχός
ελαφρύ,κανείς,μηδέν,τίποτα,Γαρίδα,υφιστάμενος,μηδέν,Ασαφής,υφιστάμενος,Τσακάλι
kingmaker => βασιλεμοποιός, kingly => βασιλικός, kingling => Κινγκλινγκ, kingliness => Βασιλικότητα, kinglike => βασιλικός,