Greek Meaning of major leaguer

παίκτης των μεγάλων πρωταθλημάτων

Other Greek words related to παίκτης των μεγάλων πρωταθλημάτων

Definitions and Meaning of major leaguer in English

Wordnet

major leaguer (n)

a member of a major-league baseball team

FAQs About the word major leaguer

παίκτης των μεγάλων πρωταθλημάτων

a member of a major-league baseball team

μεγάλος,πυροβόλο,παίκτης του μεγάλου πρωταθλήματος,μεγάλος τροχός,βαρύς,Βαρύ πυροβολικό,Βαριά κατηγορία,Λιοντάρι,Μεγάλο αγόρι,βαρόνος

ελαφρύ,κανείς,τίποτα,Γαρίδα,υφιστάμενος,μηδέν,μηδέν,Τσακάλι,τίποτα,κατώτερος

major league => Μεγάλη κατηγορία, major key => Κλίμακα μείζονα, major general => Υποστράτηγος, major form class => κύρια μορφολογική κλάση, major fast day => μεγάλη νηστεία,