Greek Meaning of defrocked

εκπαίδευση

Other Greek words related to εκπαίδευση

Definitions and Meaning of defrocked in English

defrocked

to deprive of the right to exercise the functions of office, to remove from a position of honor or privilege

FAQs About the word defrocked

εκπαίδευση

to deprive of the right to exercise the functions of office, to remove from a position of honor or privilege

καθαιρεθέν,απολυμένος,απολύθηκε,εξόριστος,στερημένος,εκθρονισμένος,εκτοπισμένος,απολυμένος,εκδιωχθέντας,αφαιρέθηκε

διορισμένος,βαπτισμένος,στέφθηκε,εκλεγμένος,ενθρονισμένος,,αρχισμένος,εγκατεστημένο,βαπτισμένος,καθορισμένος

defrauds => εξαπατά, deformations => παραμορφώσεις, deforested => αποψιλωμένο, deflowered => αποπλανημένη, deflects => εκτρέπεται,