Greek Meaning of instated
εγκαθιδρυμένος
Other Greek words related to εγκαθιδρυμένος
Nearest Words of instated
Definitions and Meaning of instated in English
instated (imp. & p. p.)
of Instate
FAQs About the word instated
εγκαθιδρυμένος
of Instate
εγκαινιάστηκε,,αρχισμένος,εγκατεστημένο,βαπτισμένος,βαπτισμένος,καθήμενος,αποδεκτό,παραδεκτός,αφιερωμένος
κονσέρβα,εκφορτισμένος,απολυμένος,λήξη,απολύθηκε
instate => εγκαθιστώ, instar => στάδιο, instantly => αμέσως, instantiation => Στοιχειοθέτηση, instantiate => δημιουργώ μια εμφάνιση,