Greek Meaning of contributory
συμβάλλον
Other Greek words related to συμβάλλον
- πρόσθετος
- βοήθεια
- συμπληρωματικός,-ή,-ό
- εφεξής
- υποστηρικτικός
- πρόσθεσε
- άλλος
- βοηθός
- βοηθητικός
- βοηθητικός
- προσωρινός
- περιφερικός
- δευτερεύων
- υφιστάμενος
- θυγατρική εταιρεία
- παραπόταμος
- επιμέρους
- Αξεσουάρ
- ανοσοενισχυτικός παράγοντας
- εξαρτημένος
- αντίγραφο ασφαλείας
- Περιττός
- περίσσεια
- μη ουσιώδης
- αντικαταστάτης
- περιττό
- συμπληρωματικός
- συμπληρωματικός
- πλεόνασμα
- Ασήμαντο
Nearest Words of contributory
Definitions and Meaning of contributory in English
contributory (s)
tending to bring about; being partly responsible for
FAQs About the word contributory
συμβάλλον
tending to bring about; being partly responsible for
πρόσθετος,βοήθεια,συμπληρωματικός,-ή,-ό,εφεξής,υποστηρικτικός,πρόσθεσε,άλλος,βοηθός,βοηθητικός,βοηθητικός
βασικός,αρχηγός,θεμελιώδης,κύριος,πρωτεύον,διευθυντής,ουσιαστικός,ολοκλήρωμα,απαραίτητος,πρώτος αριθμός
contributor => συνεισφέρων, συνεισφέρουσα, contributive => συμβολικός, contribution plan => Σχέδιο συνεισφοράς, contribution => συνεισφορά, contributing => συμβάλλοντα,