Greek Meaning of conjoin

ενώνω

Other Greek words related to ενώνω

Definitions and Meaning of conjoin in English

Wordnet

conjoin (v)

make contact or come together

take in marriage

FAQs About the word conjoin

ενώνω

make contact or come together, take in marriage

συνδυάζω,συνεργάτης,συνενώνομαι,συζεύγω,συνδέω,Ζευγάρι,ασφάλεια,ενταχθούν,παντρεύομαι,ενοποίηση

χωρισμός,διαχωρίζω,Διαχωρίζω,αποσυνδέω,διαίρεση,απομονώνω,μέρος,αποφασίζω,ενότητα,ξεχωριστό

conjecture => εικασία, conjecturally => εικαστικά, conjectural => εικαστικός, conium maculatum => κώνειον, conium => κώνειον,