Greek Meaning of cocked a snook (at)

βγάζω τη γλώσσα σε (κάποιον)

Other Greek words related to βγάζω τη γλώσσα σε (κάποιον)

Definitions and Meaning of cocked a snook (at) in English

cocked a snook (at)

No definition found for this word.

FAQs About the word cocked a snook (at)

βγάζω τη γλώσσα σε (κάποιον)

χλεύασε,γέλασε (σε),κορόιδευε, χλεύαζε,κοροϊδεμένος,κορόιδευε,κορόιδεψε,έκανε πλάκα,χλευασθεί,ανεγνώρισε,σούβλα

εγκρίθηκε,ενέκρινε,κυρώσεις,χειροκρότησε.,εγκεκριμένος,επαινέθηκε

cockcrows => κοκορίσματα, cockalorum => αβρόχοπος, cock snooks (at) => με γλώσσα και δόντια (σε), cock a snook (at) => κοροϊδεύω, cochampion => Συμπαίκτης,