Greek Meaning of cock a snook (at)
κοροϊδεύω
Other Greek words related to κοροϊδεύω
- κοροϊδεύω
- (γελάω (κάποιον))
- κοροϊδεύω
- κοροϊδία
- κοροϊδεύω
- σούστα
- γελοιοποίηση
- ανιχνευτής
- σουβλάκι
- πειράζω
- κοροϊδεύω
- κοροϊδεύω
- Κάνω πλάκα
- Εμπαίζω
- χλευάζω
- πίθηκος
- Δόλωμα
- υποτιμώ
- Σφάλμα
- μπουρλέσκ
- γελοιογραφία
- καταγγέλλω
- μειώνω
- Παρακώλυση
- Χάρι
- μιλάω
- Παιδί
- σάτιρα
- μιμητής
- βελόνα
- παρωδία
- παπαγάλος
- ενοχλώ
- στύλος ντροπής
- κουίζ
- πανί
- συγκέντρωση
- ράσμπερι
- πλευρό
- ιππασία
- σατιρίζω
- περιφρόνηση
- Στόχος
- ειρωνεία
- μαρτύριο
- παρωδία
- Ρυθμίζω
- κακά
- περιγελώ (κάποιον)
- απογειώνεσαι (από)
Nearest Words of cock a snook (at)
- cock snooks (at) => με γλώσσα και δόντια (σε)
- cockalorum => αβρόχοπος
- cockcrows => κοκορίσματα
- cocked a snook (at) => βγάζω τη γλώσσα σε (κάποιον)
- cocked snooks (at) => Κάνω μούτρα (σε κάποιον)
- cockily => αυθάδικα
- cocking a snook (at) => Χλευάζω
- cocking snooks (at) => βγάζω γλώσσα
- cockleshells => καρδιάες
- cocks => κόκορες
Definitions and Meaning of cock a snook (at) in English
cock a snook (at)
to show that one does not respect or value (something)
FAQs About the word cock a snook (at)
κοροϊδεύω
to show that one does not respect or value (something)
κοροϊδεύω,(γελάω (κάποιον)),κοροϊδεύω,κοροϊδία,κοροϊδεύω,σούστα,γελοιοποίηση,ανιχνευτής,σουβλάκι,πειράζω
εγκρίνω,Εγκρίνει,κυρώσεις,χειροκροτώ,επαίνω,εγκρίνω
cochampion => Συμπαίκτης, cochairwomen => συνπροέδροι, cochairwoman => συνπρόεδρος, co-chairs => συνπροεδροι, cochairs => συνπροέδροι,