Greek Meaning of casehardened

επισκληρυμένος επιφανειακά

Other Greek words related to επισκληρυμένος επιφανειακά

Definitions and Meaning of casehardened in English

Webster

casehardened (a.)

Having the surface hardened, as iron tools.

Hardened against, or insusceptible to, good influences; rendered callous by persistence in wrongdoing or resistance of good influences; -- said of persons.

FAQs About the word casehardened

επισκληρυμένος επιφανειακά

Having the surface hardened, as iron tools., Hardened against, or insusceptible to, good influences; rendered callous by persistence in wrongdoing or resistance

αμείλικτος,αδίστακτος,λιθώδης,προσβλητικός,βίαιος,σκληρόκαρδος,ψυχρός,σκληρός,ζοφερός,σκληρός

φιλάνθρωπος,φιλανθρωπικός,συμπονετικός,ήπιος,ανθρώπινος,ευγενικός,παρακαλώ,ελεήμων,ήπιος,ευαίσθητος

caseharden => Επιφανειακή σκλήρυνση, caseful => γεμάτη περίπτωση, case-fatality proportion => Αναλογία θανατηφόρων περιπτώσεων, cased => τυποποιημένο, case-by-case => κατά περίπτωση,