Greek Meaning of advertent
ακούσιος
Other Greek words related to ακούσιος
- προσεκτικός, προσεκτική
- ξύπνιος
- προσεκτικός
- προσεκτικός
- επιφυλακτικός
- συνετός
- συντηρητικός
- προσεκτικός
- Φρουρούμενος
- προσεκτικός
- παρατηρητικός
- προσεκτικός
- άγρυπνος
- επιφυλακτικός
- επαγρυπνών
- συναγερμός
- προσεκτικός
- δειλός
- εσκεμμένος
- διορατικός
- διορατικός
- προσεκτικά
- προνοητικός
- ασφαλής
- πονηρός
- στοχαστικός
- υπερβολικά προσεκτικός
- υπολογίζοντας
- πονηρός
- προνοητικός
- αργός
- έντονος
- απρόσεκτος
- απρόσεκτος
- παρορμητικός
- Δερματικό εξάνθημα
- απερίσκεπτος
- ανεξάρτητα
- απροστάτευτος
- απρόσεκτος (aprósektos)
- Επικίνδυνος
- απρόσεκτος
- κοιμισμένος
- θρασύς
- απερίσκεπτος
- ακούσιος
- απρόσεκτος
- απερίσκεπτος
- αναίσθητος
- αδιάκριτος
- αφρόντιστη
- χαλαρός
- αμελής
- αμελής
- αμελής
- απρόσεκτος
- ακούσιο
- τολμηρός
- ξεχασιάρης
- απρογραμμάτιστος
Nearest Words of advertent
- advertently => ακούσια
- adverting => διαφήμιση
- advertise => διαφημίζω
- advertised => διαφημισμένο
- advertisement => διαφήμιση
- advertiser => διαφημιστής
- advertising => διαφημίσεις
- advertising agency => διαφημιστική εταιρεία
- advertising campaign => διαφημιστική καμπάνια
- advertising department => Τμήμα διαφήμισης
Definitions and Meaning of advertent in English
advertent (s)
giving attention
advertent (a.)
Attentive; heedful; regardful.
FAQs About the word advertent
ακούσιος
giving attentionAttentive; heedful; regardful.
προσεκτικός, προσεκτική,ξύπνιος,προσεκτικός,προσεκτικός,επιφυλακτικός,συνετός,συντηρητικός,προσεκτικός,Φρουρούμενος,προσεκτικός
έντονος,απρόσεκτος,απρόσεκτος,παρορμητικός,Δερματικό εξάνθημα,απερίσκεπτος,ανεξάρτητα,απροστάτευτος,απρόσεκτος (aprósektos),Επικίνδυνος
advertency => Εγρήγορση, advertence => ειδοποίηση, adverted => προειδοποιημένος, advert => διαφήμιση, adversity => αντιξοότητα,