Greek Meaning of advertiser
διαφημιστής
Other Greek words related to διαφημιστής
- εκφωνητής
- πλανόδιος πωλητής
- αγγελιαφόρος
- αναγγέλοντας
- Δρομέας
- άγγελος
- καλλιτέχνης εραλδικών συμβόλων
- Ταχυδρόμος
- οιωνοσκόπος
- πρόδρομος
- προάγγελος
- ορεκτικό
- προειδοποίηση
- προάγγελος
- κήρυκας
- οιωνός
- προπομπός
- πρόδρομος
- Σημάδι
- σύμπτωμα
- οιωνός
- προστασία
- προπομπός
- προμήνυμα
- προαίσθημα
- πρόδρομος
- προμήνυμα
- Σήμα
- οιωνός
- προεικονιζόμενος
- προμήνυμα
Nearest Words of advertiser
- advertising => διαφημίσεις
- advertising agency => διαφημιστική εταιρεία
- advertising campaign => διαφημιστική καμπάνια
- advertising department => Τμήμα διαφήμισης
- advertising division => Τμήμα διαφήμισης
- advertize => διαφημίζω
- advertizement => διαφήμιση
- advertizer => διαφημιστές
- advertizing => Διαφήμιση
- advertorial => διαφημιστικό δημοσίευμα
Definitions and Meaning of advertiser in English
advertiser (n)
someone whose business is advertising
advertiser (n.)
One who, or that which, advertises.
FAQs About the word advertiser
διαφημιστής
someone whose business is advertisingOne who, or that which, advertises.
εκφωνητής,πλανόδιος πωλητής,αγγελιαφόρος,αναγγέλοντας,Δρομέας,άγγελος,καλλιτέχνης εραλδικών συμβόλων,Ταχυδρόμος,οιωνοσκόπος,πρόδρομος
No antonyms found.
advertisement => διαφήμιση, advertised => διαφημισμένο, advertise => διαφημίζω , adverting => διαφήμιση, advertently => ακούσια,