Greek Meaning of accouterments
εξαρτήματα
Other Greek words related to εξαρτήματα
- Αξεσουάρ
- επιλογή
- αξεσουάρ
- προσαρμογέας
- προσαρμογέας
- προσθήκη
- επιπρόσθετος
- προσάρτημα
- συσκευές
- συνημμένο αρχείο
- Συνοδεία
- πρόσθετο
- Κόσμημα
- Ανέσεις
- Εξαρτήματα
- βοηθητικός
- συμπλήρωμα
- διακόσμηση
- διακόσμηση
- κέντημα
- βελτίωση
- εξοπλισμός
- επιπλέον
- Πλήρωση
- φουντωτό
- έπιπλα
- Γαρνιτούρα
- τυχαίο
- πολυτέλεια
- μη ουσιώδης
- διακόσμηση
- Εξοπλισμός
- θυγατρική εταιρεία
- συμπλήρωμα
- στολίδια
- Κοπή
Nearest Words of accouterments
Definitions and Meaning of accouterments in English
accouterments (n. pl.)
Alt. of Accoutrements
FAQs About the word accouterments
εξαρτήματα
Alt. of Accoutrements
Αξεσουάρ,επιλογή,αξεσουάρ,προσαρμογέας,προσαρμογέας,προσθήκη,επιπρόσθετος,προσάρτημα,συσκευές,συνημμένο αρχείο
ουσιαστικός,ανάγκη,απαίτηση,προϋπόθεση
accouterment => Εξάρτημα, accoutering => εξάρτηση, accoutered => εξοπλισμένος, accouter => ακούω, accourt => συμβατότητα,