Greek Meaning of a tad
ελάχιστα
Other Greek words related to ελάχιστα
- αρκετά
- Αρκετά
- είδους
- περισσότερο ή λιγότερο
- όμορφος
- αρκετά
- μάλλον
- σχετικά
- Λίγο πολύ
- κάτι
- λίγο
- λίγο
- παρακαλώ
- σαν
- μέτρια
- ένα είδος
- ένα άκαρι
- μια πινελιά
- λογής
- είδος
- σε ένα βαθμό
- αποδεκτά
- αξιοπρεπώς
- μισό
- στα μισά του δρόμου
- μικρός
- ονομαστικά
- εν μέρει
- μερικώς
- μέτρια
- ανεκτός
- αόριστα
- κατά κάποιον τρόπο
- αμελητέο
Nearest Words of a tad
Definitions and Meaning of a tad in English
a tad
boy sense 1, a small or insignificant amount or degree, boy, somewhat, rather, a small child, bit entry 2 sense 1
FAQs About the word a tad
ελάχιστα
boy sense 1, a small or insignificant amount or degree, boy, somewhat, rather, a small child, bit entry 2 sense 1
αρκετά,Αρκετά,είδους,περισσότερο ή λιγότερο,όμορφος,αρκετά,μάλλον,σχετικά,Λίγο πολύ,κάτι
τρομερά,Ειδικά,υπερβολικά,εξαιρετικά,πολύ,πολύ,πολύ,πολύ,ιδιαίτερα,τρομερά
a shot => ένα σουτ, a pop => ξαφνικά, a mite => ένα άκαρι, a mile a minute => ένα μίλι ανά λεπτό, a feather in one's cap => ένα φτερό στο καπέλο κάποιου,