Greek Meaning of acceptably
αποδεκτά
Other Greek words related to αποδεκτά
- κατάλληλα
- εντάξει
- αξιοπρεπώς
- καλό
- καλός
- ωραία
- εντάξει
- εντάξει
- με σεβασμό
- επαρκώς
- καλά
- Εντάξει
- κατάλληλα
- σωστά
- εντιμότητας
- αποτελεσματικά
- ευτυχισμένος
- μέτρια
- ικανοποιητικά
- μέτριος
- κατάλληλα
- ανεκτός
- μέτρια
- εξυπηρετικά
- εύστοχα
- ευπρεπώς
- αποτελεσματικά
- αποτελεσματικά
- ευτυχώς
- κατάλληλα
- ικανοποιητικά
- αρμοδίως
- προσεγμένα
- ορθά
- ικανοποιητικά
- πρέπουσα
- τακτικά
- σύμφωνα
Nearest Words of acceptably
Definitions and Meaning of acceptably in English
acceptably (r)
in an acceptable (but not outstanding) manner
acceptably (adv.)
In an acceptable manner; in a manner to please or give satisfaction.
FAQs About the word acceptably
αποδεκτά
in an acceptable (but not outstanding) mannerIn an acceptable manner; in a manner to please or give satisfaction.
κατάλληλα,εντάξει,αξιοπρεπώς,καλό,καλός,ωραία,εντάξει,εντάξει,με σεβασμό,επαρκώς
κακός,άσχημα,άρρωστος,ανεπαρκώς,ανεπαρκώς,ανυπόφορα,φτωχά,απαράδεκτα,ανικανοποιητικά,τρομερά
acceptableness => αποδεκτότητα, acceptable => αποδεκτός, acceptability => αποδεκτότητα, accept => αποδέχομαι, accentuation => έμφαση,