Greek Meaning of vacuating
εκκένωση
Other Greek words related to εκκένωση
Nearest Words of vacuating
Definitions and Meaning of vacuating in English
vacuating
evacuate
FAQs About the word vacuating
εκκένωση
evacuate
σχέδιο (εκτός),κένωση,εκκενώνω,εξαντλητικός,εκκένωση,κένωση,αιμορραγία,καθαρισμός,εκκαθάριση,μετάγγιση
γέμιση,Πλύσιμο,βρέξιμο,λουτρό,κατάσβεση,βροχή,πνιγμός.,πλημμύρα,πλημμυρίζων,υπερχειλίζων
vacuated => εκκενωμένη, vacates => αποχωρεί, vacantness => κενότητα, V-8 => V8, utopias => ουτοπίες,