Greek Meaning of uses up

εξαντλεί

Other Greek words related to εξαντλεί

Definitions and Meaning of uses up in English

uses up

to make complete use of, to exhaust of strength or useful properties

FAQs About the word uses up

εξαντλεί

to make complete use of, to exhaust of strength or useful properties

καταναλώνει,αποχέτευση,εξατμίσεις,μειώνει,ξοδεύει,χρήσεις,Εγκαύματα,τρώει,άδειο,μειώνει

αυξάνει,ανανεώνει,Γλυκά του κουταλιού,μαξιλάρια,μεγαλώνει,επισκευές,Αποκαθιστά,αναβιώνει,αποθηκεύει,Διατηρεί

uses => χρήσεις, users => χρήστες, used up => εξαντλημένος, usages => χρήσεις, urologists => ουρολόγοι,