Greek Meaning of upreared
αναθρεμμένος
Other Greek words related to αναθρεμμένος
- ανατέλλει
- ανέβηκε
- τριαντάφυλλο
- ανέβηκε
- προέκυψε
- φιλοδοξούσε
- ανυψωμένος
- τοποθετημένος
- κεκλιμένος
- ώθηση
- Γερμένος/Γυρτός
- αύξησε
- σηκώθηκε
- ανυψωμένο
- Αναποδογυρισμένος
- μπαλόνι
- απογειώθηκε
- ενισχυμένο
- Κορυφωμένος
- Υψηλός
- επικλινής
- στημένος
- αναφερόμενος
- ανυψωμένο
- ανάκλιση
- κλιμακωτό
- αυξήθηκε
- υπερβάλαμε
- γερμένος
- Απογειώθηκε
- κορυφαίο
- πύργοειδής
- ανασηκωμένο
- Ανυψωμένος
- ανασηκωμένος
- ζουμαρισμένο
Nearest Words of upreared
Definitions and Meaning of upreared in English
upreared
rise, to lift up, erect
FAQs About the word upreared
αναθρεμμένος
rise, to lift up, erect
ανατέλλει,ανέβηκε,τριαντάφυλλο,ανέβηκε,προέκυψε,φιλοδοξούσε,ανυψωμένος,τοποθετημένος,κεκλιμένος,ώθηση
αρνήθηκε,καταγόμενος,βουτηγμένο,έπεσε,έπεσε,βυθισμένος,βούλιαξε,ολίσθηση,βυθισμένο,βούτηξε
upraising => εξέγερση, upraises => επαινεί, upping => αυξάνοντας, uppercuts => αγκίστρι, upper-crust => ανώτερη τάξη,