Greek Meaning of dived
βούτηξε
Other Greek words related to βούτηξε
Nearest Words of dived
Definitions and Meaning of dived in English
dived (imp. & p. p.)
of Dive
FAQs About the word dived
βούτηξε
of Dive
βυθισμένος,βουτηγμένο,ρίφθηκε,φαινόταν,εμβαπτισμένος,πλαφ,παχουλός,πλονκ,βυθισμένος
εμφανίστηκε
dive brake => Αερόφρενο, dive bomber => Βομβαρδιστικό εφορμήσεως, dive => κατάδυση, divast => ντίβα, divaricator => Διαστολέας,