Greek Meaning of tantalized
δελεασμένος
Other Greek words related to δελεασμένος
- ενθουσιασμένος
- περιέργως
- ενθουσιασμένος
- Ηλεκτροφορτισμένο
- ενθουσιασμένος
- ενδιαφέρομαι
- διεγερτικός
- διεγερμένος
- μαγεμένος
- αιχμάλωτος
- φορτισμένος
- γοητευμένος
- Χαρούμενος
- γοητευμένος
- κατενθουσιασμένος
- γαλβανισμένο
- υπνωτισμένος
- παρακίνησε
- εμπνεόμενος
- μεθυσμένος
- μαγεμένος
- προκάλεσε
- γεμάτος
- συναρπαστικό
- μαγεμένος
- διεγερμένος
- αναμμένο
Nearest Words of tantalized
Definitions and Meaning of tantalized in English
tantalized (imp. & p. p.)
of Tantalize
FAQs About the word tantalized
δελεασμένος
of Tantalize
ενθουσιασμένος,περιέργως,ενθουσιασμένος,Ηλεκτροφορτισμένο,ενθουσιασμένος,ενδιαφέρομαι,διεγερτικός,διεγερμένος,μαγεμένος,αιχμάλωτος
βαρετό,αποθαρρυμένος,κουρασμένος,κουρασμένος,απογοητευμένος,Αποθαρρυμένος,απογοητευμένος,κουρασμένος,Ξεθώριασε,απογοητευμένος
tantalize => πειράζει, tantalization => πειρασμός, tantalite => Τανταλίτης, tantalism => Τανταλισμός, tantalising => δελεαστικός,