Greek Meaning of sweetness
γλυκάδα
Other Greek words related to γλυκάδα
- φιλικότητα
- ευγένεια
- φιλικότητα
- ιδιοφυΐα
- προσωπικότητα
- Απόλαυση (apólafsi)
- ευγένεια
- φιλικότητα
- ευθυμία
- φιλικότητα
- ευγένεια
- Καλοσύνη
- Καλοκαρδία
- χάρη
- καλοσύνη
- Ξενοιασιά
- ευγένεια
- απόλαυση
- ευκολία
- Ανέσεις
- φιλικότητα
- φιλικότητα
- φιλία
- ελκυστικότητα
- Καλοσύνη
- χαρά
- Ευγένεια
- ευγένεια
- εφησυχασμός
- προσοχή
- εξέταση
- εγκάρδιος
- ευγένεια
- Ενθουσιασμός
- Απόλαυση
- καλοσύνη
- ευγένεια
- ηλιοφάνεια
- Γλύκα και φως
- στοχαστικότητα
- ευγένεια
- ηρεμία
- προσιτότητα
- συμπάθεια
- Αγροτικότητα
- δυσάρεστος
- Αγενεια
- Αγενεια
- αγένεια
- ευερεθιστότητα
- αγένεια
- δυσάρεστο
- χοληδόχος
- Αγροτικότητα
- πολεμικότητα
- αντίθεση
- ευερεθιστότητα
- φασαρία
- γκρίνια
- Εχθρότητα
- ευερεθιστότητα
- γκρίνια
- ευερεθιστότητα
- γκρίνια
- φιλονικία
- γκρίνια
- οξύτητα
- ευερεθιστότητα
- Εχθρότητα
- αγνωμοσύνη
- ξίδι
- κακομοιριά
- Κακοχυμία
- οξύτητα
Nearest Words of sweetness
- sweetness and light => Γλύκα και φως
- sweetpea => μπιζέλια
- sweet-potato ring rot => Δακτυλιοειδής σήψη πατάτας
- sweet-potato whitefly => Αλευρώδης της γλυκοπατάτας
- sweet-scented => ευωδιαστός
- sweet-scented geranium => Πελαργόνιο μυρωδάτο
- sweet-smelling => που ευωδιάζει
- sweetsop => Τσερίμογια
- sweetsop tree => Γκουανάμπανα
- sweet-talk => γλυκά λόγια
Definitions and Meaning of sweetness in English
sweetness (n)
the taste experience when sugar dissolves in the mouth
the property of tasting as if it contains sugar
a pleasingly sweet olfactory property
the quality of giving pleasure
FAQs About the word sweetness
γλυκάδα
the taste experience when sugar dissolves in the mouth, the property of tasting as if it contains sugar, a pleasingly sweet olfactory property, the quality of g
φιλικότητα,ευγένεια,φιλικότητα,ιδιοφυΐα,προσωπικότητα,Απόλαυση (apólafsi),ευγένεια,φιλικότητα,ευθυμία,φιλικότητα
Αγροτικότητα,δυσάρεστος,Αγενεια,Αγενεια,αγένεια,ευερεθιστότητα,αγένεια,δυσάρεστο,χοληδόχος,Αγροτικότητα
sweetmeat => γλυκό, sweetly => γλυκά, sweetleaf family => στεβιοειδή, sweetleaf => στέβια, sweetish => γλυκός,