Greek Meaning of contentiousness

πολεμικότητα

Other Greek words related to πολεμικότητα

Definitions and Meaning of contentiousness in English

Wordnet

contentiousness (n)

an inclination to be quarrelsome and contentious

FAQs About the word contentiousness

πολεμικότητα

an inclination to be quarrelsome and contentious

επιθετικότητα,επιθετικότητα,μαχητικότητα,Εχθρότητα,ανταγωνισμός,πολεμοχαρής,πολεμικότητα,πολεμικότητα,πρόκληση,μάχη

φιλικότητα,φιλικότητα,ευσπλαγχνία,εγκάρδιος,φιλικότητα,ιδιοφυΐα,ευγένεια,χάρη,Μη επιθετικότητα,ειρηνισμός

contentious => Αμφιλεγόμενος, contention => διαμάχη, contentedness => ικανοποίηση, contentedly => ευχαριστημένα, contented => ικανοποιημένος,