Greek Meaning of subtracting
Αφαίρεση
Other Greek words related to Αφαίρεση
Nearest Words of subtracting
Definitions and Meaning of subtracting in English
subtracting
to take away (as one part or number) from another, to take away by or as if by deducting, to perform a subtraction
FAQs About the word subtracting
Αφαίρεση
to take away (as one part or number) from another, to take away by or as if by deducting, to perform a subtraction
αφαιρώντας,φθίνων,έκπτωση,μειώνοντας,μειούμενου,συντομεύοντας,αποκόμματα,καλλιέργεια,περικοπή,Κοπή
προσθήκη,γειτονικός,προσαρτώντας,προσθήκη,συμπληρωματικός,ενισχυτικό,αυξανόμενο,πολλαπλασιαστής,συμπληρώνοντας,tacking (στο)
subtracted (from) => αφαιρείται (από), subtracted => αφαιρείται, subtract (from) => (αφαίρεση (από)), subtleties => λεπτότητες, subtleness => λεπτότητα,