Greek Meaning of smoothened

λειασμένος

Other Greek words related to λειασμένος

Definitions and Meaning of smoothened in English

Wordnet

smoothened (s)

made smooth by ironing

FAQs About the word smoothened

λειασμένος

made smooth by ironing

λειασμένος,επίπεδο,επιπέδωσε,πλανισμένο,ξυρισμένος,κομμένος,ψαλιδισμένο,χτενισμένο,περικομμένος,ισορροπημένος

τραχύς,Τραχύς,ρυτιδωμένος,λυγισμένος,τραχύ,λακκούβα,βαθούλωμα,Φτιαγμένος,τσαλακωμένος

smoothen => λειαίνω, smoothed => λειασμένος, smoothbore => λειόκαννο, smooth-bodied => Λεία, smoothbark => λεία φλοιός,