Greek Meaning of rubbing shoulders (with)
Τρίβω τους ώμους (με)
Other Greek words related to Τρίβω τους ώμους (με)
- Σύνδεση
- ένταξη
- ταξίδι
- ταξιδεύω
- Είμαι φίλος με
- συνεργαζόμενοι
- πέφτοντας με
- Κρεμασμένο (γύρω ή έξω)
- Σύνδεση
- Συνοδεύω
- αστειεύομαι
- κουβέντα
- παίρνοντας με
- συνδέω
- δεσμός
- να δoλοφoνήσω
- σύζευξη
- αδελφοποιώ
- ομαδοποίηση
- σύνδεση
- ανάμειξη
- σχετικός
- τρέξιμο
- επένδυση
- διαλογή
- η ομαδική εργασία
- δέσιμο
- Συνοδευτικός
- συνδεόμενο
- συνεργαζόμενος
- συναναστροφή
- συνεργαζόμενος
- τα πηγαίνω καλά
- παίρνω
- φιλικός
- δέσιμο
- συγγενεύοντας
- ο συμμαχικός
- Δέσιμο
- κάνω φίλους
- Νυχτερινό κέντρο
- Φιλίες
- συναρμολόγηση
- κόμπος
- συνδέοντας
- μίξη
- συγκέντρωση
- κοινωνικοποίηση
- γάμος
- συνωμοτών
- ομοσπονδούντες
- γειτονικός
- αλληλένδετος
Nearest Words of rubbing shoulders (with)
- rubbing shoulders => Τρίψιμους ώμους
- rubbing out => σβήσιμο
- rubbing elbows (with) => Τρίβοντας αγκώνες (με)
- rubbing elbows => Τρίβοντας τους αγκώνες
- rubber-stamping => σφραγίδα
- rubber-stamped => Σφραγισμένος
- rubber-stamp => Σφραγίδα από καουτσούκ
- rubbers => γόμες
- rubbernecks => Χάζηδες
- rubbernecking => χαζεύω στα ατυχήματα
Definitions and Meaning of rubbing shoulders (with) in English
rubbing shoulders (with)
No definition found for this word.
FAQs About the word rubbing shoulders (with)
Τρίβω τους ώμους (με)
Σύνδεση,ένταξη,ταξίδι,ταξιδεύω,Είμαι φίλος με,συνεργαζόμενοι,πέφτοντας με,Κρεμασμένο (γύρω ή έξω),Σύνδεση,Συνοδεύω
αποφυγή,αποφυγή,περιφρόνηση,διάσπαση,αποξενωτικός,διάλυση,διασπείρω,αποξενωτικό,σχίση,χωρίζοντας
rubbing shoulders => Τρίψιμους ώμους, rubbing out => σβήσιμο, rubbing elbows (with) => Τρίβοντας αγκώνες (με), rubbing elbows => Τρίβοντας τους αγκώνες, rubber-stamping => σφραγίδα,