Greek Meaning of roughening
τραχύτητα
Other Greek words related to τραχύτητα
Nearest Words of roughening
Definitions and Meaning of roughening in English
roughening (p. pr. & vb. n.)
of Roughen
FAQs About the word roughening
τραχύτητα
of Roughen
τρίψιμο,ερεθιστικός,Τραχύς,δυναμικός,βίαιος,ζοφερός,βαρύς,καταπιεστικός,άσπλαχνος,ανώμαλος
καλοήθης,Ανιαρός,λεπτός,ήπιος,φως,γλυκός,ήπιος,μαλακός,κατευναστικός,χλιαρός
roughened => Τραχύς, roughen => τραχύς, rough-dry => Αδρά ξηρό, roughdry => χονδροστεγνώνω, roughdried => τραχύ ξηρό,