Greek Meaning of abrading

τρίψιμο

Other Greek words related to τρίψιμο

Definitions and Meaning of abrading in English

Webster

abrading (p. pr. & vb. n.)

of Abrade

FAQs About the word abrading

τρίψιμο

of Abrade

ερεθιστικός,Τραχύς,τραχύτητα,λειαντικό,δυναμικός,βίαιος,ζοφερός,βαρύς,καταπιεστικός,άσπλαχνος

καλοήθης,Ανιαρός,λεπτός,ήπιος,φως,γλυκός,ήπιος,μαλακός,κατευναστικός,τρυφερό

abrader => Αποξεστικός, abraded => εκδορασμένος, abrade => τρίβω, abradant => λειαντικό, abrachia => Αβραχία,