Greek Meaning of roped
δεμένος με σχοινί
Other Greek words related to δεμένος με σχοινί
Nearest Words of roped
Definitions and Meaning of roped in English
roped (imp. & p. p.)
of Rope
FAQs About the word roped
δεμένος με σχοινί
of Rope
Λωρίδων,δεμένος,σφιχτός,δεμένος,με σπείρωμα,δεμένος,δεμένος,ενσύρματο,Ενσύρματο,περιζωσμένος
ελεύθερος,χαλαρός,απελευθερωμένος,λυμένος,Απαγκιστρωμένο,Αδεσμευτος,μπερδεμένος,χαλαρό,ανέτρεψε,ανοιχτοί
ropebark => Κοίλωμα, ropeband => σχοινί, rope-a-dope => Ρόουπ-α-ντόουπ, rope yarn => σχοινί, rope yard => Σχοινιοποιείο,